Oh my God, it's full of funds!

Νεοφυείς επιχειρήσεις. Καινοτομία. Εξωστρέφεια. Επιχειρείν. Ένα μεγάλο γαϊτανάκι από εραστές του φιλελευθερισμού, πιστούς του καπιταλισμού, των αγορών, κάποιους τολμηρούς και άξιους, κάποιους — απλώς — θιασώτες της όλης υποκουλτούρας, της ‘φάσης’, του χαβαλέ και της (σαφέστατα υποκριτικής) αίσθησης της αυτονομίας, της ελευθερίας κλπ. που επικαλούνται συχνά οι δορυφόροι της επιχειρηματικότητας. Παράλληλα ένα τεράστιο κενό σοβαρών επενδυτών. Μια τεράστια έρημος σοβαρής επιχειρηματικής νοοτροπίας και φιλοδοξίας.

Κι’όμως, εχθές ‘αποκτήσαμε’ τέσσερα χρηματοδοτικά οχήματα σημαντικού μεγέθους. Yippi ki-yay! Οχήματα με αρκετές δεκάδες εκατομμύρια προς διάθεση για την υποστήριξη της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Δεν γνωρίζω σε βάθος τα άτομα που απαρτίζουν και τα τέσσερα, όμως γνωρίζω κάποια από αυτά. Γράφω το εξής άρθρο λοιπόν, ως μια φιλική συμβουλή προς τους (νεοελευθέντες) διαχειριστές των funds, από τον Πραγματικό κόσμο του Επιχειρείν, από την Αγορά: οι έλληνες επενδυτές, στον βαθμό που έχω εκτεθεί σε αυτούς, πολύ συχνά δεν έχουν απολύτως καμία συναίσθηση των διαφορών μεταξύ των ιδίων και των θεσμικών, υπερπολλαπλάσιων σε μέγεθος και εντελώς διαφορετικού πλαισίου λειτουργώντων funds της Κοιλάδας του Πυριτίου. Σκέφτονται και φέρονται με τον ίδιο, παράλογο τρόπο, μόνον που, επιπλέον τους λείπει η εξωστρέφεια, το όνειρο και η φιλοδοξία. Τους λείπει η παιδεία και το πραγματικό ενδιαφέρον για τις επενδύσεις τους. Συν τοις άλλοις, στην κοιλάδα το παράλογο γίνεται λογικό: Η υπερβολή είναι ο κανόνας. Η προσφορά και το ταλέντο περισσεύουν. Η αγορά είναι στρεβλή και οι μεγάλοι επενδυτές είναι ο θεσμός και όχι απλώς ένα μέρος του συστήματος. Μην κάνετε τα ίδια λάθη με αυτούς, μην προσπαθήσετε να τους αντιγράψετε. Η Ελλάδα δεν είναι Silicon Valley, και τα funds που στήθηκαν δεν θα την κάνουν SV μέσα σε μια νύχτα. Φερθείτε εξυπνότερα, εκμεταλλευόμενοι αυτά που μπορείτε για να αφήσετε και εσείς το λιθαράκι σας στο να μπορούμε κάποτε, εμείς ή οι επόμενες γενιές, να λέμε πως πήγαμε την Ελλάδα μπροστά. Έστω και λίγο.

Ο Μύθος και η Πραγματικότητα

Στις αρχές Οκτωβρίου βρισκόμουν στην Πόλη στα πλαίσια του Webit, ενός μικρού και εν πολλοίς αδιάφορου, συνεδρίου για το διαδίκτυο, την διαφήμιση και, προσφάτως, τις κινητές συσκευές. Πήγα εκεί γιατί μας ενδιαφέρει να αναπτύξουμε επαφές στην περιοχή με σκοπό την εξαγωγή της πλατφόρμας που έχουμε αναπτύξει και λειτουργούμε επιτυχώς εδώ και περίπου τέσσερα χρόνια. Το Webit ήταν εν γένει φτωχό και τοπικιστικό, με μεγάλη παρουσία εμπόρων και startups της περιοχής και μικρή (ουσιαστική) παρουσία των μεγάλων διεθνών, όπως θα ανέμενε κανείς. Όμως ανάμεσα στα κιόσκια και τα stands υπήρχαν και κάποιες παρουσιάσεις που μου προσέλκυσαν το ενδιαφέρον. Μια από αυτές ήταν η παρουσίαση της Isabel Maxwell, από το Israeli Venture Network (IVN). Μας μίλησε για το δίκτυό τους και για την ευρύτερη έννοια του ‘Social Entrepreneurship’, ή αν προτιμάτε μια πιο ιδεολογικά χρωματισμένη έννοια, την ‘hands-on venture philanthropy’. Αυτό που κάνουν στο IVN μου φάνηκε ενδιαφέρον γιατί είχε γερή δόση ρεαλισμού, ήταν κοινωνικά χρήσιμο αλλά παρέμενε εντός του ευρύτερου ορισμού του επιχειρείν (και όχι των επιδοτήσεων ή του μη-κερδοσκοπικού). Η Isabel μας παρουσίασε μια συγκεκριμένη περίπτωση εταιρίας κομποστοποίησης απορριμάτων, επεξεργασίας και πώλησής αγαθών βασισμένων σε αυτά, που μέσα σε κάποια χρόνια (γύρω στα 7-8 αν θυμάμαι καλά) κατάφερε να κερδοφορήσει, να αναπτύξει την τεχνολογία της και να γίνει παγκοσμίως μια από τις πιο σημαντικές εταιρίες του χώρου με εκατομμύρια ευρώ τζίρο και χιλιάδες τόνους επεξεργασμένων απορριμάτων, ενώ παράλληλα βοήθησε στην διαχείριση των απορριμάτων στη μικρή χώρα του Ισραήλ. Τα έκανε όλα αυτά με χρηματοδοτικούς όρους που δεν θα έβρισκε από κανένα σύγχρονο επενδυτικό σχήμα που λειτουργεί με τις επενδυτικές αρχές του Valley, πολύ απλά γιατί δεν θα έπιανε τους βραχυπρόθεσμους στόχους κερδοφορίας ή, χειρότερα, το ενδεχόμενο της ένταξης σε αυτό το ‘πανηγύρι’ αλληλουχίας μεγαλύτερων επενδύσεων. Βλέπετε η κομποστοποίηση είναι λιγότερο ελκυστική από τις λέξεις smartphones, NFC, social κλπ. Η εταιρία προσέφερε μια χρήσιμη υπηρεσία και έφτιαχνε ένα χρήσιμο προϊόν και, φυσικά, έβγαλε σημαντικά κέρδη και η απόδοση στην επένδυση που σήκωσε ήταν καλή, αν και φυσικά κατώτερη αυτής μιας πετυχημένης εταιρίας τεχνολογίας στις ΗΠΑ. Αναφέρω το IVN, όχι γιατί είναι παράδειγμα προς μίμηση ή ο μοναδικός τρόπος να επενδύεις, αλλά επειδή είναι το ακριβώς αντίθετο των περισσότερων ελλήνων επενδυτών που έχω συναντήσει: ρεαλιστικό, τόσο στις αξιώσεις όσο και στις ανάγκες, λογικό ως προς την προσέγγιση, φιλόδοξο και ταυτόχρονα κοινωνικά ολοκληρωμένο.

Στην Ελλάδα των τελευταίων είκοσι ετών, ποσά πολλαπλάσια των 80 εκατομμυρίων που θα διαθέσουν τα ‘νέα’ τέσσερα funds διατέθηκαν από το ευρωπαϊκό και το ελληνικό δημόσιο στην αγορά με διάφορες μορφές προς ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Και φυσικά η πάγια κριτική (ορθότατη!) ήταν πως ποτέ δεν έγινε επένδυση των χρημάτων αυτών με κριτήρια και μηχανισμούς που θα οδηγούσαν την ανάπτυξη μέσο και μακροπρόθεσμα υγιών εταιριών, με στόχο την παγκόσμια αγορά. Πως ποτέ δεν καταφέραμε να ξεπεράσουμε το στίγμα της οικογενειακής επιχείρησης, του ελεύθερου επαγγελματία, της εσωστρεφούς οικονομίας. Το ίδιο, από την ανάποδη, φοβάμαι πως κινδυνεύουμε να γίνει και τώρα.

Με ένα υπερ-φιλόδοξο, μη-ρεαλιστικό, για την πραγματική αγορά, πλαίσιο αξιώσεων και επενδυτικής νοοτροπίας. Βλέπετε, το ελληνικό μοντέλο επενδύσεων, το μοντέλο που ολοένα και περισσότερο ταυτίζεται με το ‘σύγχρονο επιχειρείν’, συχνά αποτελεί ένα κακό αντίγραφο αυτού με το οποίο λειτουργεί σημαντικό μέρος της διάσημης Κοιλάδας στην απέναντι όχθη. Μόνον που το μοντέλο δουλεύει εκεί (καλύτερα) επειδή συνοδεύεται από μια σειρά παράδοξων στρεβλώσεων, μιας τεράστιας αγοράς, τεράστιας προσφοράς ταλέντου και ικανοτήτων (που — παρ’όλα αυτά — συχνά αγνοείται προς όφελος της τοπικής ελίτ). Είναι ένα μοντέλο που πολύ συχνά βασίζεται, όχι στην πραγματική αγορά ή την κερδοφορία, αλλά σε μια σειρά επενδύσεων που στόχο έχουν όχι την επιτυχία της επιχείρησης, αλλά το πανηγύρι/μύλο αέναων κύκλων επενδύσεων ολόενα μεγαλύτερων ποσών από ολοένα σημαντικότερους επενδυτές που ακολουθεί και θα επιφέρει σημαντικά κέρδη στους αρχικούς επενδυτές. Στην καλύτερη περίπτωση, κάποια στιγμή, η καθόλου ευκαταφρόνητη πλέον αυτή επένδυση είτε θα καταλήξει στην κερδοφορία της εταιρίας (λόγω της αξίας των υπηρεσιών/προϊόντων της), είτε στην τεράστια πλέον έκθεση που σε συνδυασμό με την μείζωνα θέση των επενδυτών και το πλήθος των συμφερόντων που ενσωματώνουν οι εταιρίες αυτές θα τις μετατρέψει σε ‘βιώσιμες’ και, εν τέλει, ‘πετυχημένες’.

Και ενώ αυτό το μοντέλο μπορεί να δουλέψει θαυμάσια, αυτή η συνήθης αποστασιοποίηση απο την πραγματικότητα ενέχει κινδύνους: Η επένδυση με αποκλειστικό στόχο την μελλοντική, μεγαλύτερη επένδυση, έγινε κανόνας και σταδιακά την απομακρυνέ (στο κυνικότερο: αποσύνδεσε) από την επιχείρηση αυτή καθεαυτή. Σε αυτή την αποσύνδεση οφείλεται το bubble των αρχών του αιώνα, και εν’μέρει το ‘Series A crunch’, που εδώ και ένα χρόνο περίπου ψιθυρίζεται στις ΗΠΑ, εν’όψει του τεράστιου κύματος επιχειρήσεων που ήδη ‘σήκωσαν’ αρχικά ποσά κάτω του εκατομμυρίου δολλαρίων και για τις οποίες οι επενδυτίσκοι-άγγελοι ψάχνουν (και δεν βρίσκουν) μανιωδώς μεγαλύτερους επενδυτές να τους καταβροχθίσουν, στην σωστή τιμή πάντα, μήπως και ‘βγάλουν’ την επένδυσή τους.
Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις φυσικά, ελλείψει των στρεβλώσεων αυτών, δηλαδή μιας ιδιαιτέρως ακμάζουσας οικονομίας και σειράς εραστών-επενδυτών εν αναμονή μεγαλύτερης επένδυσης, και λαμβάνοντας υπόψη την πραγματική τους δυνητική αξία και την κερδοφορία τους, δεν θα κατάφερναν ποτέ να σηκώσουν έστω την αρχική τους επένδυση. Και αυτό όχι επειδή δεν θα κερδοφορούσαν άμεσα, αλλά επειδή η πιθανότητα να κερδοφορήσουν κάποια στιγμή στο μέλλον ήταν μηδενική, επειδή, πολλές φορές (όχι πάντα!), οι υπηρεσίες και τα προϊόντα τους είναι μόνον μια μόδα, δίχως χρησιμότητα ή εγγενή αξία. Αν σας φαίνεται παράλογο το μοντέλο αυτό είναι γιατί είναι. Και η εφαρμογή του, ως έχει, σε μια χώρα όπως η Ελλάδα είναι σχεδόν παρανοϊκή. Κι’όμως, αυτή είναι η νοοτροπία που συχνά ακούγεται, αυτή είναι η νοοτροπία που επιδιώκεται και επιθυμείται από πολλούς.

Πραγματικές Αξιώσεις για μια Πραγματική Αγορά

Ποιά είναι η λύση λοιπόν; Να απωλέσουμε οποιοδήποτε ίχνος οράματος και να επενδύουμε ad nauseum στα ‘σίγουρα’ και τα μικρά, όπως έκαναν παγίως προηγούμενες γενιές επενδυτών, καταστρέφοντας στην πορεία την ελληνική οικονομία; Σίγουρα όχι. Έχουμε αρκετά ξενοδοχεία και εμπορικά κέντρα, αρκετό real estate. Χρειάζεται το όνειρο, χρειάζεται το ρίσκο και σίγουρα χρειάζεται η συνείδηση του πλαίσιου στο οποίο γίνεται η επένδυση· του γεωγραφικού πλαίσιου, του οικονομικού πλαισίου (όχι απαραίτητα μόνον του τοπικού), του κοινωνικού, του τεχνολογικού κλπ. Η καινοτομία, η μετριοφροσύνη, η εξωστρέφεια και η κοινωνική συνείδηση νομίζω πως οφείλουν να είναι βασικοί οδηγοί ενός επενδυτή, ιδιαίτερα όταν καταπιάνεται με τον χώρο της τεχνολογίας. Δυστυχώς η επενδυτική νοοτροπία στην Ελλάδα συχνά προσδοκά την σιγουριά της ‘συντηρητικής’ επένδυσης και την απόδοση του ‘μεγάλου ρίσκου’, ένας συνδυασμός των αρνητικών της κρατικής επιχορήγησης και της ιδιωτικής επένδυσης, ενώ σπανίως συνοδεύεται από το απαραίτητο ελάχιστο παιδείας που θα οδηγούσε σε πετυχημένες, διεθνώς, επιχειρήσεις.

Τώρα λοιπόν που πέραν από κάποιες καλές ιδέες, αρκετό ταλέντο και διάθεση για δουλειά, έχουμε και σημαντικά funds για τεχνολογικό επιχειρείν, υπάρχει μια μεγάλη ευκαιρία να πραγματοποιηθούν, για πρώτη φορά, πραγματικά καλοχρηματοδοτημένες ελληνικές εταιρίες υψηλής τεχνολογίας που θα έχουν επαρκές χρονικό ‘περιθώριο’ ανάπτυξης παγκόσμιου επιπέδου προϊόντων, χωρίς να αγωνιούν για τα βραχυπρόθεσμα έσοδα τους και την δυνατότητα να αναπτυχθούν και να μεγαλώσουν οι ίδιες γρήγορα και αποτελεσματικά. (Σημ.: Όταν ξεκινήσαμε εμέις με το AthensBook/ThessBook και το GEO|ADS, μην έχοντας παρά ελάχιστους πόρους αλλά και ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο σχέδιο ανάπτυξης, αναγκαστήκαμε να βασιστούμε σε μια ελληνική αγορά προ των πυλών της κρίσης, κάτι που μας κόστισε ιδιαίτερα, τόσο στον ρυθμό ανάπτυξης της εταιρίας και του προϊόντος, όσο και στον συμβιβασμό του στρατηγικού μας πλάνου). Με 80 εκατομμύρια στην διάθεση μιας σχετικά μικρής κοινότητας δυνητικών startups, εύχομαι ειλικρινά οι πόροι αυτοί να διατεθούν με γερές δόσεις λογικής και οράματος, ρεαλισμού και φιλοδοξίας και περίσσευμα αξιοπιστίας από την πλευρά των funds και να βοηθήσουν στην πραγματική άνθιση ενός σοβαρού, πετυχημένου και, φυσικά, αρχικά μικρού οικοσυστήματος εντός του ελληνικού χώρου και να μην ‘σπαταληθούν’ αλόγιστα, είτε λόγω μη-ρεαλιστικών αξιώσεων, έλλειψης σοβαρών προτάσεων ή άλλων λόγων, όπως έγινε τόσες πολλές φορές στο παρελθόν με κοινωτικούς, εθνικούς ή ιδιωτικούς πόρους και κεφάλαια.