Νωρίτερα φέτος, έγραψα (και εδώ δείτε τη πολύ ενδιαφέρουσα διάλεξη του Vinod Khosla) για την πρώτη άμεση αλλαγή που θα βιώσουμε τα επόμενα χρόνια στις ζωές μας, στα πλαίσια μιας κοινής Ευρωπαϊκής πολιτικής για το περιβάλλον. Στα άρθρα αυτά, καθώς και στην ομιλία του Vinod Khosla, αναφέρεται η τεράστια επένδυση που έχουν κάνει κάποιες από τις μεγαλύτερες εταιρίες καυσίμων, και ιδιαίτερα η BP στην έρευνα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και παρ’ότι θα ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο εαν οι έλληνες εκμεταλλεύονταν, τόσο από πλευράς δημόσιας επένδυσης όσο και ατομικά, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που είναι διαθέσιμες στη χώρα μας (ήλιος, άνεμος, κλπ), θα ήταν αφελές το να πιστέψουμε πως σύντομα όλα ή πολλά από τα σπίτια στη χώρα μας θα έχουν φωτοβολταϊκά στις σκεπές τους που θα καλύπτουν μεγάλο μέρος των αναγκών τους αλλά και θα ‘επιστρέφουν’ στο δίκτυο ηλεκτρισμό, όπως συμβαίνει σε κάποιες πόλεις της Β.Ευρώπης και των ΗΠΑ, ή ότι σπίτια σε νησία ή στις ορεινές περιοχές της χώρας μας θα έχουν ανεμογεννήτριες.
Αναφέρομαι λοιπόν στην σταδιακή μετατροπή των καυσίμων μηχανών εσωτερικής καύσης από βενζίνη και πετρέλαιο σε αιθανόλη ή biodiesel. Όπως γράφει το BBC σήμερα, η Βρετανική Κυβέρνηση προχώρησε στη θέσπιση του Renewable Transport Fuel Obligation (RTFO), ενός νόμου που υποχρεώνει τις πετρελαϊκές να συμπεριλαμβάνουν 5% βιοκαύσιμο σε όλα τα καύσιμα που εμπορεύονται.
Όπως αναφέρω στο παλαιότερο άρθρο μου, η Βραζιλία προηγείται σήμερα στη χρήση αιθανόλης, με το 70% των αυτοκινήτων προς πώληση σήμερα να χρησιμοποιούν τη τεχνολογία Flexfuel με δεύτερες τις ΗΠΑ, και κυρίως στο Μidwest, όπου ένα μικρό μέρος των πρατηρίων καυσίμων παρέχουν μαζί με βενζίνη και καύσιμο αιθανόλης E85 (μίγμα 85% αιθανόλη, 15% βενζίνη).
Στην Ευρώπη η χρήση βιοκαυσίμων είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Η Σουηδία και η Γαλλία είναι η μόνες Ευρωπαϊκές χώρες με αρκετά ανεπτυγμένο δίκτυο πρατηρίων καυσίμων Ε85 και Ε95 και αρκετά αυτοκίνητα που χρησιμοποιούν το καύσιμο αυτό. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως και οι δύο μεγάλες Σουηδικές αυτοκινητοβιομηχανίες (Volvo και Saab) παράγουν και εμπορεύονται αυτοκίνητα που κινούνται με βιοκαύσιμα στην Ευρώπη, ενώ άλλες Ευρωπαϊκές εταιρίες περιορίζοναι σε εξαγωγές στη Βραζιλία (Citroën, Fiat, Peugeot, Renault, Volkswagen).
Η χρήση βιοκαυσίμων έχει όμως και αρκετά πολιτικά πλεονεκτήματα. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συχνά κατακριτέα — και όχι πάντοτε άδικα — τόσο από πολιτικούς όσο και από απλούς πολίτες θα μπορούσε κάλλιστα να συσχετισθεί με την καλλιέργεια κατάλληλων φυτών για μετεπεξεργασία σε βιοκαύσιμα. Η κρίση της Γαλλικής οινοποιΐας τα τελευταία χρόνια λόγω της υπερπαραγωγής σχετικά ποιοτικού οίνου από τον Νέο Κόσμο (Καλιφόρνια, Αυστραλία) σε πολλές ποικιλίες, βρήκε πολλούς γάλλους οινοπαραγωγούς να αποστάζουν τον ‘πολύτιμο’ οίνο τους σε βιοκαύσιμο, για να περισώσουν ό,τι μπορούν από το χαμένο εισόδημα τους. Παρ’ότι ιδιαίτερα θλιβερό, η απόσταξη του γαλλικού οίνου σε βιοκαύσιμο, είναι μέρος του οικονομικού συστήματος, της ανθρώπινης φύσης ίσως. Είναι όμως και μια πιθανή λύση για την απεμπλοκή της Ευρώπης από το αδιέξοδο του ΚΑΠ και την στρατηγική ανάγκη για, κάποια, ενεργειακή αυτονομία. Η αγροτική καλλιέργεια ίσως αποκτήσει και πάλι, αξία που δεν έχει δεί εδώ και πολλές δεκαετίες στην Ευρώπη, παρ’ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι τόσο ασήμαντη, όσον αφορά στην παραγωγή έναντι ανερχόμενων κολοσσών όπως Ασιατικές χώρες, η Ρωσία, οι ΗΠΑ.
Η ύπαρξη σχετικής Βρετανικής νομοθεσίας ίσως σηματοδοτεί την απαρχή μιας θεσμικής υποστήριξης αυτού του νέου, φθηνότερου, οικολογικότερου και άμεσα εκμεταλλεύσιμου καυσίμου στην Ευρώπη, όπου οι οικολογικές ανησυχίες συχνά επικρατούν των καθαρά οικονομικών.
Τα βιοκαύσιμα έρχονται. Η υιοθέτηση τους υπόσχεται φθηνότερη και οικολογικότερη μετακίνηση και ανανεωμένη αξιοποίηση αγροτικής γης στο άμεσο μέλλον. Αν τα γνωρίσουμε εγκαίρως, ίσως να μπορέσουμε να επιταγχύνουμε την προώθηση τους και στη χώρα μας.