Η Ώρα του Ηλίου

solarpanels
1η Μαΐου. Ο ήλιος λάμπει στην Αθήνα, κι’όμως η διάχυτη κατήφεια τείνει να χρονίσει στην ελληνική πρωτεύουσα. Προϊόν δεκαετιών οικονομικής εξάρτησης και δανεικών, ψευδούς ευφορίας, παράλογων προσδοκιών και απαιτήσεων, κάκιστης διαχείρισης και αδιαφορίας σε συνδυασμό με ένα παγκόσμιο οικονομικό σύστημα που πλέον στερείται οποιασδήποτε ηθικής ή λογικής βάσης, δύσκολα θα μπορούσαν να είχαν διαφορετικό αποτέλεσμα. Στα χρόνια της αλόγιστης οικονομικής μέθης στην Ελλάδα, της εννιαετίας 2000 – 2009, η κυβέρνηση Καραμανλή είχε επιχειρήσει (αποτυχημένα) μια πρώιμη απελευθέρωση της παραγωγής και διάθεσης του ηλεκτρικού ρεύματος, ταυτόχρονα με την επιδότηση και ενίσχυση όσων ήθελαν να επενδύσουν σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ).
Εκείνη την εποχή, οι ΑΠΕ για τους περισσότερους είχαν μια ιδιαίτερα ελαφρά σημασία. Το ευρύ κοινό τις αντιμετώπιζε σαν ένα οικολογικό ανέκδοτο, ένα πολιτικό παιχνίδι, μια ανούσια παρένθεση, έναν ακόμη ‘τρόπο να φάνε κάποιοι λεφτά’ κ.ο.κ. Κάποιοι άλλοι, διακρίνοντας την οικονομική ευκαιρία, τις είδαν απλά σαν ένα επενδυτικό όχημα που θα τους απέφερε περισσότερα από άλλα, “με την εγγύηση του δημοσίου” και του ηλίου ή του ανέμου.
Έτσι μέσα σε ελάχιστο χρόνο ο πρόχειρος και ανεπαρκής μηχανισμός αδειοδότησης που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση κατέρρευσε και η διαδικασία αδειοδότησης πάγωσε για αρκετά χρόνια μέχρι που, όταν πια έφτασε ο χρόνος να ξεκινήσει πάλι, ήταν πια αργά. Όχι γιατί έσβησε ο ήλιος, ή έπεσε ο άνεμος, αλλά γιατί ο χάρτινος πύργος που ονομάζεται Ελλάδα είχε ήδη γκρεμιστεί και όλοι όσοι είχαν αρχικά, για εντελώς λάθος λόγους, εκδηλώσει ενδιαφέρον για τις ΑΠΕ, είχαν χάσει τα κίνητρα να εξακολουθούν να το πράττουν. Τη τελευταία πενταετία της κρίσης στην Ελλάδα, η δραστηριότητα των ΑΠΕ μειώθηκε δραματικά, το δυνητικό κέρδος της κιλοβατώρας έπεσε, πολλές από τις εκαντοντάδες εταιρίες που είχαν δημιουργηθεί για να φτιάξουν πάρκα, ηλιακά και αιολικά, έκλεισαν. Ό,τι έγινε έγινε. Πρόχειρα, άτσαλα, βιαστικά. Χωρίς κατανόηση της σημασίας των ΑΠΕ ή πραγματικό ενδιαφέρον για το πως θα αποτελέσουν μέρος του δικτύου ηλεκτροδότησης της χώρας τις επόμενες δεκαετίες.

Ωριμανση

Ταυτόχρονα όμως, τη πενταετία 2009-2014 συνέβη κάτι άλλο. Παράλληλα, με την αναπόφευκτη ωρίμανση της αγοράς, μια λάθος εκτίμηση από την βιομηχανία και τη κυβέρνηση της Κίνας, προ παγκόσμιας κρίσης, λίγο πριν τη κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008 στις ΗΠΑ, οδήγησε σε τεράστιες επιδοτήσεις της Κινέζικης κυβέρνησης και επενδύσεις από Κινέζους επιχειρηματίες και συνεπώς σε τεράστια παραγωγή φωτοβολταϊκών. Εκατοντάδες εργοστάσια ιδρύθηκαν μεταξύ 2000 και 2008 και παρήγαγαν φωτοβολταϊκά πάνελ που στην Δύση του 2010 ή του 2012 έμειναν στα αζήτητα. Η συνέπεια της υπερπροσφοράς των πάνελ οδήγησε σε κατακόρυφη πτώση των τιμών των πάνελ, πολύ γρηγορότερα απ’ότι θα γινόταν χωρίς τη κρίση: από $1000 το πάνελ το 2009, η τιμή του 2014 ήταν λίγο κάτω από $250.

Παράλληλα οι πολιτικές συνθήκες επέτρεψαν μεγαλύτερες επιδοτήσεις, πιο σαφές πλαίσιο λειτουργίας των ρυθμιστικών αρχών και ευκολότερη εμπορική εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας. Ήδη από το 2013, σε μεγάλο μέρος των ΗΠΑ αλλά και άλλων χωρών όπως π.χ. η Αυστραλία και η Νότια Αφρική, η ηλεκτρική ενέργεια από τον ήλιο είναι όσο φθηνή ή φθηνότερη αυτής από το δίκτυο του παρόχου.

Αυτό είναι μια πρωτοφανής εξέλιξη που, παρότι βασίζεται εν μέρει σε επιδοτήσεις, σηματοδοτεί μια ριζική αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι ΑΠΕ στις χώρες αυτές: η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε επιχειρήσεις ή οικίες δεν είναι πια προνόμιο των πλουσίων, δεν είναι πια ‘παραξενιά’ όσων έχουν οικολογικές/περιβαλλοντικές ευαισθησίες ούτε απλά επενδυτικό όχημα. Έχει αρχίσει να γίνεται τρόπος ζωής!

Προγράμματα ‘leasing’ κάνουν την εγκατάσταση και χρήση φωτοβολταϊκών μια πρόταση που κατά μέσο όρο συνεπάγεται 30% μικρότερο μηνιαίο κόστος για τους κατόχους τους. Πως γίνεται αυτό; Ένα μέρος της κατανάλωσης προέρχεται από τα φωτοβολταϊκά (συχνά γύρω στο 50% σε περιοχές με ηλιοφάνεια), ρίχνοντας τον μηνιαίο λογαριασμό της ‘ΔΕΗ’, ενώ στο κόστος προστίθεται το κόστος ενοικίασης το οποίο ποτέ δεν ξεπερνά το κόστος του αρχικού λογαριασμού (έτσι ώστε να γίνει ελκυστική η απόκτηση των φωτοβολταϊκών εξ’αρχής). Περισσότερα από 600,000 σπίτια έχουν ήδη φωτοβολταϊκά στις ΗΠΑ, πολλά από αυτά με κάποιο πρόγραμμα leasing, ενώ οι επιδοτήσεις και η προαναφερθείσα μείωση στις τιμές του εξοπλισμού και της εγκατάστασης έχουν φέρει τις τιμές σε πολύ λογικά επίπεδα και για την αγορά τους, για όσους μπορούν να πληρώσουν.

το δικτυο και η αποθηκες ενεργειας

Μια από τις συχνές απορίες όμως είναι η διαχείριση της διεπαφής με το δίκτυο. Κρατάς τα φωτοβολταϊκά ξεχωριστά από τη παροχή που σου προσφέρει η ‘ΔΕΗ’ ή εγκαθιστάς πιο πολύπλοκα και ακριβά συστήματα διαχείρισης έτσι ώστε να μπορείς να ‘επιστρέφεις’ στο δίκτυο την αχρησιμοποίητη ενέργεια που παράγουν τα φωτοβολταϊκά σου, να μοιράζεις το φορτίο μεταξύ των δύο πηγών ενέργειας στο σπίτι σου κλπ. Η τεχνολογία των συστημάτων διαχείρισης φθηναίνει συνεχώς, και το βασικό εμπόδιο είναι οι κανονισμοί, η γραφειοκρατία, τα οικονομικά οφέλη, αλλά, πρωτίστως, μέχρι σήμερα, η ικανότητά μας να αποθηκεύουμε την ενέργεια.

Εχθές ο Elon Musk ανακοίνωσε το Tesla Energy, ένα σύστημα μπαταριών για σπίτια, επιχειρήσεις και παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας που στόχο έχει να μπορεί να προσφέρει ακριβώς αυτό: μια οικονομική, αξιόπιστη ‘αποθήκη’ ενέργειας, πολύ καλύτερη από τις υπάρχουσες λύσεις που βασίζονται στις μπαταρίες lead-acid τεχνολογίας 19ου αιώνα που μέχρι τώρα χρησιμοποιούνται σε αυτές τις περιπτώσεις. Οι μπαταρίες του Musk είναι βασισμένες σε συστοιχίες μπαταριών ιόντων λιθίου, μια πολύ πιο σύγχρονη τεχνολογία που χρησιμοποιείται εδώ και μια δεκαετία σε φορητές ηλεκτρονικές συσκευές αλλά δεν είχαν, μέχρι σήμερα, ευρεία χρήση για αποθήκευση μεγάλων φορτίων ή βιομηχανική χρήση. Οι μπαταρίες του υπόσχονται ριζική επανάσταση στον χώρο της ενέργειας και, δυνητικά, αλλάζουν ουσιωδώς τον ρόλο του δικτύου ηλεκτροδότησης. Το ενδιαφέρον του επιχειρηματία-εφευρέτη για επανάσταση στον χώρο της ενέργειας ήταν σαφές εδώ και χρόνια άλλωστε: τόσο με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα Tesla που αναπτύσσει και διαθέτει εδώ και κάποια χρόνια σε επιλεγμένες αγορές ανά τον κόσμο, όσο και μέσω της εταιρίας SolarCity στην οποία συμμετέχει, που ασχολείται με τον σχεδιασμό και εγκατάσταση συστημάτων βασισμένων σε ηλιακή ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων σταθμών φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων. Οι μπαταρίες είναι βασικό κομμάτι των εγχειρημάτων του. Το 2014 ανακοίνωσε την δημιουργία ενός εργοστασίου μπαταριών ιόντων λιθίου στην Νεβάδα των ΗΠΑ, κόστους $5 δις, κάτι που θα τον ανεξαρτητοποιήσει από τους (ελάχιστους) κατασκευαστές μπαταριών ιόντων λιθίου της άπω ανατολής.

ο ηλιος (δεν) λαμπει στην αθηνα

Τα τελευταία πέντε χρόνια ο ήλιος αποτελεί ολοένα σημαντικότερο μέρος της ηλεκτροδότησης σε πολλές χώρες της Δύσης και βασικό μέρος μια ολοένα μεγαλύτερης οικονομίας που δημιουργεί θεμέλια για το διανεμημένο, ανανεώσιμο, καθαρό και οικονομικό δίκτυο ηλεκτροδότησης του μέλλοντος, όπου η παραγωγή και ο έλεγχος της ενέργειας δεν βρίσκεται στα χέρια μιας αναχρονιστικής, μονοπωλιακής δημόσιας ή ιδιωτικής επιχείρησης αλλά σε χιλιάδες μικρο-παραγωγούς ενέργειας, κάποιες μεγάλες εταιρίες και ουσιαστικές και λειτουργικές ρυθμιστικές αρχές και διαχειριστές του δικτύου.
Στην Ελλάδα, μια χώρα που έχει περισσότερα να κερδίσει από σχεδόν όλες τις Ευρωπαϊκές στον τομέα αυτό, κάναμε κάποια πρώτα άχαρα βήματα πριν από μια δεκαετία, διψασμένοι για γρήγορο, εύκολο χρήμα, ταυτίσαμε τις ΑΠΕ και τα φωτοβολταϊκά σε μια λυσσασμένη δίψα για κέρδος αλά ‘Χρηματιστήριο του 1999’, και μετά, όταν οι στρεβλές οικονομικές προσδοκίες μας απεδείχθησαν άκαρπες και η ζοφερή πραγματικότητα μίας αρτηριοσκληρωτικής και δυσλειτουργικής ΔΕΗ έγινε σαφής, τα παρατήσαμε, αψηφώντας την πραγματική τους αξία, την ουσιαστική τους θέση στην οικονομία και την κοινωνία μας.

Αντί αυτού, μια δεκαετία αργότερα, γυρίζουμε αρκετά χρόνια πίσω: είμαστε χαρούμενοι να εισάγουμε το 24% της ηλεκτρικής ενέργειας μας από τους γείτονές μας, ενώ, αντί να τα παροπλίζουμε και αντικαθιστούμε με σύγχρονά, καθαρότερα και πιο αποδοτικά, χτίζουμε νέα εργοστάσια λιγνίτη με κόστος δισεκατομμύρια ευρώ.