Πού είναι ο Τύπος;
Η Spinalonga υφίσταται — ως οργανωμένη προσπάθεια — από τις αρχές του 2005, δηλαδή για λίγο περισσότερο από δύο χρόνια. Μέχρι σήμερα έχει οργανώσει, ή συμμετάσχει στην οργάνωση και προώθηση, δεκάδων συναυλιών και έχει κυκλοφορήσει δύο κυκλοφορίες (τα Ιn The Junkyard Volumes 1 και 2) και πολύ σύντομα τη τρίτη της σειράς. Μέχρι σήμερα ο ελληνικός Τύπος έχει δώσει ελάχιστη σημασία σε τέτοιες καθαρά πολιτισμικές προσπάθειες. Στη περίπτωση της Spinalonga το ενδιαφέρον του γενικού τύπου ήταν μέχρι στιγμής σχεδόν μηδαμινό. Αυτό φαίνεται πως ίσως αρχίσει να αλλάζει: Στο σημερινό Ε ο Κώστας Γιαννακίδης αφιερώνει δύο σελίδες στη προσπάθεια της Spinalonga. Είναι ευχάριστο όταν ο Τύπος ασχολείται και προωθεί τέτοιες προσπάθειες.
Πρώτα ο Τροχός και έπειτα η Άμαξα!
Το άρθρο στο Ε όμως είναι απογοητευτικό. Είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο όταν ένας δημοσιογράφος παρουσιάζει μια τόσο πρωτότυπη προσπάθεια αλλά παρερμηνεύει, ή αδυνατεί να κατανοήσει, την ουσία της. Διαβάζωντας το άρθρο στο Ε, είναι σαφές πως ο κ.Γιαννακίδης δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλη επίγνωση τόσο της διεθνούς πραγματικότητας της μουσικής βιομηχανίας όσο της θλιβερής ελληνικής ‘πραγματικότητας της μπουζουκοκουλτούρας’. Από τα γραφόμενά του αλλά τις δηλώσεις των μελών της Spinalonga που συμπεριλαμβάνει στο άρθρο αυτό φαίνεται πως έγινε — τουλάχιστον — μια προσπάθεια περιγραφής της Spinalonga, των λόγων ύπαρξής της, και του ευρύτερου status quo στην ελληνική μουσική βιομηχανία αλλά και κοινό.
Διεθνώς, υπάρχει πληθώρα κινήσεων — παραδείγματα αποτελούν η Magnatune αλλά και οι πρώιμες επιχειρηματικές προσπάθειες του Peter Gabriel με το ΟD2 και πολύ πρόσφατα το We7 ακόμη και οι κινήσεις του Steve Jobs της Apple με το iTunes Store — που επιβεβαιώνουν την ανάγκη του κόσμου αλλά και των καλλιτεχνών για απεμπλοκή από το ανεπαρκές και άδικο ‘σύστημα’ των μεγάλων δισκογραφικών εταιριών — είναι όλα μορφές ενός κινήματος που προϋπάρχει των οπτικών δίσκων και της ‘ψηφιακής εποχής’, αναπτύχθηκε ραγδαία στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας με την σταδιακή εμφάνιση και διάδοση του mp3 και μετέπειτα άλλων βελτιωμένων lossy ψυχοακουστικών αλγόριθμων συμπίεσης ήχου, την ανάπτυξη του διαδικτύου ως μέσο διανομής και πώλησης μουσικής και κατ’επέκταση την εμφάνιση δικτυακών ανεξάρτητων νόμιμων καταστημάτων, από τους ίδιους τους καλλιτέχνες και την απελευθέρωση, μέσω του διαδικτύου, της ανεξάρτητης μουσικής σε βαθμό που προηγουμένως θα φάνταζε ουτοπικός.
Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα απ’ότι στο εξωτερικό. Πέραν του ότι η μουσική αισθητική στη χώρα μας συνοψίζεται σε δύο τρία είδη ελληνικής μουσικής (λαϊκής, έντεχνής και ποπ) και τα βασικά mainstream genres του εξωτερικού με ιδιαίτερη έμφαση σε μουσική που αρμόζει στην τουριστική σεζόν και τις μάζες (dance, pop, κ.ο.κ.) οι ελληνικές δισκογραφικές περιορίζονται σε παραγωγή και προώθηση ελληνόφωνης μουσικής των παραπάνω ειδών. Πολύ λίγοι άνθρωποι ασχολούνται με την ανεξάρτητη μουσική, ή καλύτερα, που είναι ανεξάρτητοι αισθητικά και ιδεολογικά των δισκογραφικών ώστε να ασχοληθούν (πόσο μάλλον να δράσουν) με την προώθηση της μουσικής που τους αρέσει. Λίγοι είναι επίσης και οι τρόποι διανομής, δεδομένης της έλλειψης επαρκούς βιομηχανίας και της πολύ μικρής διείσδυσης του διαδικτύου στη χώρα μας εν συγκρίσει με την Ευρώπη ή τις ΗΠΑ.
Η Spinalonga ήρθε να γεμίσει αυτό το κενό δημιουργώντας ένα ρεύμα, αποδεικνύωντας πως πολλά ελληνικά συγκροτήματα αγγλόφωνου ρόκ μπορούν και πρέπει να έχουν θέση στα ράφια των δισκοπωλείων, στα ραδιόφωνα και τις μουσικές αίθουσες. Η Spinalonga δεν ήταν ή είναι κερδοσκοπική προσπάθεια και δε θα μπορούσε να είναι. Δεν είναι μόνον θέμα ιδεολογικό, είναι καθαρά θέμα πρακτικό: ως οργάνωση με σκοπό τη δημιουργία μιας υγειούς βάσης πάνω στην οποία ενδεχομένως να δημιουργηθεί στο μέλλον η απαραίτητη εμπορική υποδομή που θα μπορέσει να συντηρήσει μουσική αυτής της αισθητικής, δε θα μπορούσε ποτέ δίχως να αντιταχθεί στις αρχές και τον σκοπό της, δίχως να ακυρώσει την όποια αξία του εγχειρήματός της να πωλεί δίσκους σε εμπορικές τιμές και όχι για 5€ όπως σήμερα, ή να λειτουργεί με βάση το χρήμα και όχι τη τέχνη. Συν τοις άλλοις, πρακτικά θα ήταν αδύνατον να μοιρασθούν τα κέρδη μιας συλλογής, εφ’όσον αυτά υπήρχαν, στους δεκάδες συντελεστές της δεδομένης της σχετικά μικρής κυκλοφορίας αυτών και του χαμηλού κόστους.
Τέλος, η Spinalonga δεν αποτελεί προσπάθεια αποκλειστικά ‘νεαρών’ όπως αφήνει να εννοηθεί ο κ. Γιαννακίδης προσπαθώντας έτσι να εξηγήσει την μη-κερδοσκοπική φύση και τον ιδεαλισμό της, λες και ο ιδεαλισμός είναι αποκλειστικό προνόμιο των νέων. Η Spinalonga είναι μια προσπάθεια δεκάδων μουσικών, άλλοι νεαροί στην ηλικία και άλλοι όχι (μεταξύ των οποίων αρκετοί 40άρηδες), που προσπαθούν να δώσουν βήμα σε όλους όσους έχουν καλή μουσική και βρίσκουν τις πόρτες των δισκογραφικών κλειστές επειδή το είδος της μουσικής αυτής δε πουλά. Η ακεραιότητα της αισθητικής και των προτιμήσεων δεν έχει ηλικία κι ενώ κάποιοι αρέσκονται στο άκουσμα των πέντε δέκα βιομηχανοποιημένων μουσικών δημιουργιών που προωθεί η μουσική βιομηχανία στη χώρα μας (αλλά και διεθνώς) μερικοί από εμάς εμμένουμε στις δικές μας προτιμήσεις, είτε αυτές λέγονται κλασσική μουσική, stoner rock ή blues, flamenco ή jazz και που τίποτα δεν έχουν να κάνουν με χρήματα ή εμπόριο.
Ίσως μακροπρόθεσμα η φύση της Spinalonga να μεταλλαχθεί, εν όψει της αυξανόμενης σημασίας του διαδικτύου, του φαινομένου τύπου MySpace κ.ο.κ., όμως το άρθρο του Ε, δεν αποτελεί ούτε στο ελάχιστο αντικειμενικό προφίλ της προσπάθειας αυτής αλλά μια ελλειπή και λανθασμένη ερμηνεία της από έναν δημοσιογράφο που φαίνεται να βρίσκεται πολύ μακριά από τη μουσική πραγματικότητα.
Τον δικτυακό τόπο της Spinalonga Records μπορείτε να τον βρείτε στο http://www.spinalonga.net.