Με αφορμή την ανακοίνωση για το κλείσιμο της Athens News στις αρχές του μήνα αποφάσισα να γράψω για την δημοσιογραφία στην Ελλάδα. Μάλλον ιδιαίτερως ελάσσονος σημασίας ως δημοσίευμα, η ξαφνική διακοπή της έκδοσης της Athens News, μιας εφημερίδας που κυκλοφορούσε για 57 χρόνια, θαρρώ πως προδίδει μια γενικότερη τάση που αργά ή γρήγορα θαρρώ πως θα επεκταθεί και σε άλλες, μεγαλύτερες αλλά προ πάντων ελληνόφωνες εφημερίδες. Άλλωστε εν έτει 2008, το κόστος της δημοσίευσης οποιουδήποτε εντύπου είναι αρκετά μεγάλο σε σχέση με τα έσοδα που αυτό αποφέρει και η παρεχόμενη υπηρεσία συχνά ιδιαίτερα περιθωριακή.
Πολλοί (και μαζί τους κι εγώ) θα σπεύσουν να κατονομάσουν το διαδίκτυο ως τον βασικό λόγο της εμπορικής αποτυχίας της εν λόγω εφημερίδας — όσοι διάβαζαν την Athens News στην Ελλάδα μάλλον (σε μεγάλη τους πλειοψηφία) κατα πάσα πιθανότητα έχουν ικανή πρόσβαση στο διαδίκτυο ώστε να διαβάζουν ολημερίς τις αγαπημένες διεθνείς αγγλόφωνες εκδόσεις από τη Βρετανία ή τις ΗΠΑ αλλά παράλληλα να έχουν πρόσβαση και σε οπτικοακουστικό υλικό απ’όλο τον κόσμο στην γλώσσα της προτίμησής τους. ‘Ισως η ύπαρξη της Athens News ήταν μάλλον γραφική και ιδιαίτερα συμβολικη, κομμάτι μιας παλαιότερης εποχής στην οποία θα αποτελούσε έναν αγγλόφωνο φάρο σε μια θάλασσα εντύπων ως επι το πλείστον αποκομμένη από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ με ελάχιστα εγχώρια αγγλόφωνα έντυπα. Δίχως αμφιβολία η Ελλάδα του 1961 όμως δεν έχει μεγάλη σχέση με αυτή του 2008, τουλάχιστον σε αυτόν τον τομέα. Άμεση πρόσβαση σε ειδήσεις, αναλύσεις, βίντεο και ήχο, τα αρχεία δεκαετιών τεράστιων ειδησεογραφικών οργανισμών όπως το BBC, οι New York Times, ο Guardian, οι Times του Λονδίνου, ο Economist και άλλοι βρίσκονται μερικά κλίκ μακριά για όποιον έχει μια ταπεινή γραμμή ADSL μερικών Megabit/δευτερόλεπτο και τον χρόνο να ψάξει. Πως θα μπορούσε οποιαδήποτε ελληνική αγγλόφωνη εφημερίδα να τους ανταγωνιστεί; Με εγχώριες ειδήσεις; Πιθανόν. Όμως οι εγχώριες ειδήσεις άξιες αναφοράς είναι ελάχιστες και συχνά αδιάφορες. Αλήθεια, γιατί θα μπορούσαν ποτέ αυτές να ήταν ενδιαφέρουσες σε οποιονδήποτε, πόσο μάλλον σε κάποιον που (δημογραφικά) ανήκει στην ομάδα ανθρώπων που θα επέλεγαν την Athens News;
Κι όμως, το κλείσιμο της Athens News δεν είναι παρα μόνον η αρχή του τέλους για πολλά έντυπα στην Ελλάδα. Και σίγουρα δε φταίει μόνον το διαδίκτυο γι’αυτό. Μεγαλώνωντας παρατηρώ πως η ελληνική δημοσιογραφία, όπως και τόσα άλλα επαγγέλματα (ή αν προτιμάτε ‘κοινωνικά λειτουργήματα’) είναι ένα δυσλειτουργικό, υποκριτικό ανέκδοτο, ένα συνωθύλευμα αντιγραφής, προπαγάνδας και λαϊκισμού. Μια συντριπτικά μεγάλη πλειοψηφία των κειμένων που αντικρύζει κανείς στον τύπο, ηλεκτρονικό και μη, προέρχεται κατ’ευθείαν από διεθνή πρακτορεία όπως το Reuters, το Associated Press, το Agence France Presse κ.ο.κ. Μια απλή μετάφραση ή/και σύνοψη αργότερα οι ειδήσεις σερβίρονται σε δελτία ειδήσεων ή άρθρα εφημερίδων και συνοδεύονται από παράθυρα, φωνακλάδες αμαθείς, στυλάτους καραγκιόζηδες, αμόρφωτους ‘ειδικούς’ και καλοπληρωμένους ‘δημοσιογράφους’, προστάτες της δικαιοσύνης, του λαού κλπ. Το ρεπορτάζ, βασικό μέσο του δημοσιογράφου μιας εφημερίδας, έχει καταντήσει να αποτελεί μια — συχνά ημιτελής και επιφανειακή — παρουσίαση γεγονότων, άλλοτε μονομερώς υπερ του ενός ή του άλλου πολιτικού ή οικονομικού ‘πόλου’ και άλλοτε απροκάλυπτα μεροληπτώντας με μορφή προπαγάνδας. Ελάχιστη ανάλυση, ελλειπής πληροφόρηση των ίδιων των δημοσιογράφων, πολλές φορές μικρή κατανόηση των θεμάτων στα οποία αναφέρονται, σημεία ανεπαρκούς εξοικείωσης και επιφανειακής κάλυψης, δημιουργούν μια εικόνα τραγική όσο και επικίνδυνη σχετικά με την ενημέρωση του κόσμου. Αν μη τι άλλο, σε μια χώρα με ένα καθολικά δυσλειτουργικό πολιτικό ‘σύστημα’ όπως η δική μας, μια σαθρή δημοσιογραφική βάση αποτελεί βασικό πλήγμα στους διαθέσιμους ελεγκτικούς μηχανισμούς της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας από τους πολίτες. Πόσα ουσιαστικά, άξια ανάγνωσης ρεπορτάζ (σε οποιονδήποτε θεματικό κλάδο) μπορεί κανείς να αριθμήσει τα τελευταία χρόνια; Τι ποσοστό έχουν αυτά σε σχέση με το σύνολο των δημοσιευμένων ‘ρεπορτάζ’; Οι πρόσφατες περιπτώσεις πιθανής λογοκρισίας (βλ. Κούλογλου αλλά και Λεοντόπουλο) είναι ένα ακόμη δείγμα της δυσλειτουργίας της δημοσιογραφίας στη χώρα μας.
Εαν αύριο έκλειναν όλες οι εφημερίδες της Ελλάδος δε θα λυπόμουν διόλου, παρα μόνον ίσως για τους αρκετούς ανθρώπους που θα έχαναν τις δουλειές τους. Δε βρίσκω παρά ελάχιστους λόγους για τους οποίους κάποιος θα επέλεγε να ενημερώνεται από μια εφημερίδα, και πόσο μάλλον μια ελληνική εφημερίδα εν έτει 2008. Και αυτοί οι ελάχιστοι λόγοι έχουν να κάνουν με την ουσία της δημοσιογραφίας, αυτή τη χαμένη αξία που σπανίως πλέον συναντά κανείς σε κάποιο ρεπορτάζ ή έρευνα — από αυτές που έχουν κάποιο νόημα, που δε μπορούν να αντικατασταθούν (ακόμη) πλήρως από το διεθνές διαδίκτυο και τα ιστολόγια και που κάνουν την εμφάνισή τους ελάχιστα πλέον στις ημέρες μας. Είναι ίσως αυτά τα λίγα δείγματα σημεία του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού — ή έτσι θα ήθελα να πιστεύω — γιατί μέσα από αυτά θυμόμαστε πως υπάρχει και το κάτι διαφορετικό από τα σκουπίδια που συναντούμε, τόσο σε εφημερίδες, περιοδικά, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα.
Στα τέλη του περασμένου μήνα ανακοινώθηκε πως η Athens News θα έκλεινε τις πόρτες της λόγω μη-κερδοφορίας. Λίγες ημέρες αργότερα αυτό αποφεύχθηκε λόγω του ενδιαφέροντος αρκετού κόσμου που συμμετείχε, με εκατοντάδες τηλεφωνήματα αλλά και συμμετοχή σε προσπάθεια συλλογής υπογραφών στο διαδίκτυο. Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε λίγο πριν τη δημοσίευση της απόφασης του Οργανισμού Λαμπράκη να κρατήσει την εφημερίδα ανοιχτή. Η αναφορά της Athens News και το κλείσιμό της δεν αποτελούν παρα αφορμή για την έκθεση των σημείων που επιχειρεί να καλύψει το παραπάνω άρθρο. Θαρρώ πως το κείμενο παραμένει έγκυρο ανεξαρτήτως της μοίρας της εν λόγω εφημερίδας. Αυτός είναι και ο λόγος που επέλεξα να το δημοσιεύσω αυτούσιο παρά την αλλαγή των δεδομένων.